Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Premier League: μία κατηγορία για "γερές" τσέπες

Premier League: μία κατηγορία για "γερές" τσέπες


Μία από τις σπουδαιότερες νίκες της πέτυχε πριν 10 μέρες η Arsenal στην σύγχρονη ιστορία της στο Champions League, επικρατώντας της πανίσχυρης Bayern Munich με 2-0 στο Emirates. Ωστόσο, η κίνηση των οπαδών της φιλοξενούμενης ομάδας να μην μπουν στο γήπεδο τα πρώτα 5 λεπτά του αγώνα, έχοντας στις θέσεις τους 3 τεράστια πανό, αποδοκιμάζοντας την τιμολογιακή πολιτική των ¨Κανονιέρηδων", άνοιξε για μία ακόμη φορά τον ασκό του Αιόλου. Με τις τιμές των εισιτηρίων της Premier League να έχουν ξεφύγει και την Arsenal να είναι από τις ομάδες που πρωτοστατούν σε αυτόν τον τομέα, έχει αρχίσει να γίνεται λόγος για άνιση μεταχείριση των οπαδών από τις διοικήσεις των αγγλικών ομάδων.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή, αναλύοντας πρώτα τη λογική της άλλης πλευράς, τη λογική των διοικήσεων των συλλόγων. Η Premier League αποτελεί αναμφίβολα το πιο εμπορικό πρωτάθλημα στον κόσμο. Παρά τις προσπάθειες της Bundesliga, παρά το υψηλό επίπεδο των ομάδων της La Liga και τις συνεχείς κατακτήσεις ευρωπαϊκών τροπαίων, παρά τη σταδιακή επάνοδο της Serie A, το αγγλικό πρωτάθλημα παραμένει στην κορυφή των προτιμήσεων της μεγαλύτερης μερίδας των φιλάθλων. Άλλωστε, η πρόσφατη τηλεοπτική συμφωνία της Premier League με τα δίκτυα των Sky Sports και BT, για πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων για 3 χρόνια έναντι του αστρονομικού ποσού των £5.13 δισεκατομμυρίων (περίπου 7,200,000,000€) αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Παράλληλα, η κορυφαία κατηγορία της Αγγλίας μπορεί να καυχιέται για τα περισσότερα γήπεδα 4 αστέρων της UEFA (η λεγόμενη "elite" κατηγορία), με τις έδρες των Manchester United, Manchester City, Arsenal κ.τ.λ., αλλά και το Wembley να αποτελούν γήπεδα-στολίδια που προσφέρουν μία πραγματικά ξεχωριστή εμπειρία στο θεατή.

Επιπλέον, ένας σημαντικός παράγοντας στη διαμόρφωση των τιμών των εισιτηρίων είναι και το κατά κεφαλήν εισόδημα των Βρετανών πολιτών, το οποίο είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι το μέσο ετήσιο εισόδημα στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι £21,000, ενώ με μία πιο δίκαιη διερεύνηση (μην λησμονούμε ότι υπάρχει μεγάλη διασπορά, με το μεγαλύτερο μέρος να συγκεντρώνεται είτε στα πολύ υψηλά, είτε στα πολύ χαμηλά κοινωνικά στρώματα) παρατηρούμε ότι στις πιο χαμηλόμισθες δουλειές στη Βρετανία (μπάρμαν, σερβιτόρος κ.τ.λ., δηλαδή δουλειές που συνήθως αναλαμβάνουν οι φοιτητές στο Νησί) ο εβδομαδιαίος μισθός ανέρχεται στις £255 - περίπου £1020 το μήνα. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία ίσως θα μπορούσε να δικαιολογήσει κανείς την πολιτική των ομάδων. Όπως θα δούμε, όμως, στη συνέχεια κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

Το μέσο εισιτήριο στην Αγγλία, για έναν αγώνα της Premier League, ανέρχεται στις £54. Εδώ θα πρέπει να γίνει μία πολύ αναλυτικότερη παρουσίαση της τιμολογιακής πολιτικής των ομάδων, μιας και υφίστανται σημαντικές διαφορές ανά ομάδα, αλλά και ανά κοινωνικό σύνολο. Για την ευκολότερη ανάγνωση των αποτελεσμάτων και εξαγωγή συμπερασμάτων η έρευνα περιορίστηκε στα εξής: οι τιμές των εισιτηρίων διαρκείας στις 3 κορυφαίες ομάδες (τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο στην κορυφή βρίσκονται οι Manchester City, Arsenal και Manchester United), οι τιμές των εισιτηρίων διαρκείας των 3 ομάδων που αν τελείωνε σήμερα το πρωτάθλημα θα υποβιβάζονταν (Newcastle, Aston Villa και Sunderland) και οι τιμές των εισιτηρίων για ένα από τα πολλά ντέρμπι, αυτό ανάμεσα στις Chelsea και Liverpool, στην έδρα μιας ομάδας που κινείται κοντά στους μέσους όρους των τιμών, το Stamford Bridge. Τα ευρήματα εντυπωσιακά.

Στις τρεις κορυφαίες ομάδες, οι ομάδες του Manchester κυμαίνονται σε "φυσιολογικούς" σχετικά ρυθμούς με το φθηνότερο εισιτήριο διαρκείας στο Old Trafford να κοστίζει £532 για τους ενήλικες, £399 για τους νέους 18-20 ετών και £266 για τα παιδιά 16-17 ετών και τους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών, με τα παιδιά κάτω των 16 να μην πληρώνουν είσοδο. Παράλληλα, στο Etihad ένας πατέρας μπορεί να δει ένα παιχνίδι με το γιο του πληρώνοντας £560 συνολικά, με το μέσο ατομικό εισιτήριο διαρκείας να βρίσκεται κοντά στις £600. Αυτή που δεν δείχνει καθόλου σύνεση είναι η Arsenal, η οποία κοστολογεί το φθηνότερο διαρκείας με £1035! Καμία απολύτως δικαιολογία για τους Κανονιέρηδες, ειδικά αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία, 2 πρωταθλήματα έχει σηκώσει η City, 4 η United και κανένα η Arsenal. Παρακάτω ακολουθούν οι πίνακες με τις τιμές των διαρκείας στους 3 πρωτοπόρους:
(Οι τιμές των διαρκείας των 3 πρωτοπόρων. Πολλές επιλογές και "συγκρατημένες" τιμές στις ομάδες του Μάντσεστερ, τρομακτικά υψηλές τιμές για τους φίλους της Arsenal.)

Στη συνέχεια ελέγξαμε τις τιμές των εισιτηρίων διαρκείας στις 3 τελευταίες ομάδες της Premier League. Και εκεί τα δεδομένα δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Από τη μία, η Newcastle, μία ομάδα με τεράστια παράδοση και ιστορία που τα τελευταία χρόνια δεν ικανοποιεί στο ελάχιστο το απαιτητικό κοινό της (και εν μέσω διαμάχης μεταξύ οπαδών και διοίκησης της ομάδας) κοστολογεί το φθηνότερο εισιτήριο διαρκείας στις £525. Από την άλλη, η Sunderland έχει σταματήσει την κανονική κίνηση των διαρκείας της και έχει βγάλει στην αγορά εισιτήρια διαρκείας για τον β' γύρο, με τη μέση τιμή αυτού να κυμαίνεται στο πολύ υψηλό ποσό των £430 (βέβαια για να είμαστε δίκαιοι, η Sunderland έχει 11 εντός έδρας ματς στο δεύτερο μισό, με πολλές μεγάλες ομάδες να φιλοξενούνται στο Στάδιο του Φωτός). Η χειρότερη όλων, όμως, ίσως είναι η Aston Villa, η οποία χρεώνει μέχρι και τα παιδιά κάτω των 8 ετών, με το διόλου ευτελές ποσό των £85! Αναλυτικότερα:
(Τα εισιτήρια διαρκείας των 3 τελευταίων. Η Aston Villa δεν διστάζει να έχει κατηγορία «κάτω των 8 ετών», χρεώνοντας έτσι ακόμα και τα μικρά παιδιά.)

Το πρόβλημα όμως δεν εντοπίζεται μόνο στα εισιτήρια διαρκείας. Ψάξαμε να βρούμε ένα εισιτήριο για να παρακολουθήσουμε το ντέρμπι ανάμεσα σε Chelsea και Liverpool (σ.σ. οι Κόκκινοι κέρδισαν με 1-3) και τα αποτελέσματα μόνο ενθαρρυντικά δεν ήταν. Λίγα 24ωρα πριν τη σέντρα στο Stamford Bridge, το φθηνότερο εισιτήριο που έβρισκες ήταν στις £135, ενώ το ακριβότερο άγγιζε τις £1,510.66! Το ξαναγράφουμε για να γίνει όσο το δυνατόν πιο κατανοητό. Ένα εισιτήριο για να δεις έναν ποδοσφαιρικό αγώνα (από τα επίσημα μεν, αλλά μιλάμε για ένα ντέρμπι μέσα στη χρονιά, από τα πολλά που θα ακολουθήσουν) κόστιζε πάνω από £1,500 ή 2,100€! Καθόλου περίεργο λοιπόν να διαμαρτύρονται οι οπαδοί των ομάδων, όταν βλέπουν τέτοια τρελά νούμερα για τις εντός συνόρων υποχρεώσεις των ομάδων. Γιατί όταν πρόκειται για Champions League, τότε οι τιμές έχουν μία μικρή άνοδο. Εξ' ου και η διαμαρτυρία των οπαδών της Bayern για τις £64 που χρειάστηκε να πληρώσουν για να δουν έναν εκτός έδρας αγώνα της ομάδας τους.
(«£64 ένα εισιτήριο, αλλά χωρίς οπαδούς το ποδόσφαιρο δεν αξίζει τίποτα», το μήνυμα των φίλων της Bayern.)

Καταληκτικά, οι τιμές των εισιτηρίων στην Αγγλία έχουν ξεφύγει. Ναι, ο κόσμος εκεί έχει αξιοπρεπέστατα εισοδήματα και ναι, είναι γνώστη η αγάπη των Άγγλων για το ποδόσφαιρο, μα σε κανέναν δεν αρέσει να τον κοροϊδεύουν. Εντός Νοεμβρίου επίκειται συνάντηση των διοικήσεων των αγγλικών συλλόγων, για να τεθεί το θέμα της αξίας των εισιτηρίων, με την FSF (Football Supporters' Federation-αντιπροσωπεία των οπαδών των ομάδων της Premier League) να αναμένει με αγωνία τα αποτελέσματα, για να δράσει αναλόγως. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή τη φορά οι οπαδοί έχουν ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια τους, καθώς δεν πρόκειται οι σύλλογοι να ρισκάρουν να παίζουν σε μισογεμάτα γήπεδα, διακινδυνεύοντας μέρος της μαγείας της Premier League. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι έχουν το δίκιο με το μέρος τους και την αμέριστη συμπαράσταση των φιλάθλων όλης της Ευρώπης.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Raúl: ο Πρίγκηπας μιας Βασίλισσας

Raúl: ο Πρίγκηπας μιας Βασίλισσας


Με τον Cristiano Ronaldo να ξεπερνά τον Raúl στην κορυφή του πίνακα τον αρχισκόρερς της Real Madrid το περασμένο Σάββατο και τον Raúl να έχει ανακοινώσει την απόφασή του να αποσυρθεί από την ενεργό δράση λίγα 24ωρα πριν, η ευκαιρία μοιάζει ιδανική για ένα αφιέρωμα στο αγαπημένο παιδί των Merengues.

Τα πρώτα βήματα (1987-1992)

Ο Raúl (ή Raúl González Blanco όπως είναι το πλήρες όνομά του) ξεκίνησε να αγωνίζεται από τα 9 του μόλις χρόνια στην τοπική ομάδα του San Cristóbal de Los Ángeles, όπου σε πολύ νεαρή ηλικία οι διοικούντες του ερασιτεχνικού συλλόγου συνειδητοποίησαν ότι είχαν στα χέρια τους έναν μετέπειτα παίκτη παγκόσμιας κλάσης. Ασφαλώς, μία συνοικιακή περιοχή της Μαδρίτης δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στις προσδοκίες του Ισπανού striker και έτσι 4 χρόνια μετά, η Atletico Madrid θα τον κάνει δικό της, εντάσσοντάς τον στις ακαδημίες της. Στους Rojiblancos ο Raúl θα αγωνιστεί μόλις 3 χρόνια, όντας μέλος των παιδικών και μετέπειτα εφηβικών τμημάτων της ομάδας. Δυστυχώς, όμως, η περίοδος του Raúl στην Atletico Madrid ήταν μία από τις δυσκολότερες στην ιστορία των ερυθρόλευκων της Μαδρίτης, αφού στις αρχές των 90s, παρά το γεγονός ότι το ρόστερ ήταν εξαιρετικό η Atletico αποτύγχανε να κατακτήσει το πρωτάθλημα και ο πρόεδρος τής ομάδας, Jesús Gil απαιτούσε άμεσα αποτελέσματα μη διστάζοντας να πάρει ρηξικέλευθες (και πολλές φορές λανθασμένες) αποφάσεις. Μία από αυτές ήταν να κλείσει το τμήμα ακαδημιών της Atletico το 1992 με συνέπεια καταρχάς, πολλά ταλαντούχα παιδιά να μείνουν δίχως ποδοσφαιρική στέγη και παράλληλα ο σύλλογος της Μαδρίτης να υποστεί μία ασύλληπτη ταλαιπωρία, καθώς τα επόμενα χρόνια (με εξαίρεση τη σεζόν 1995/96) η ομάδα παρασιτούσε μεταξύ 1ης και 2ης κατηγορίας, μέχρις ότου επέλθει ο υποβιβασμός το 2000.
(Ο Raúl με τη φανέλα της Atletico de Madrid σε ηλικία 15 ετών.)


Η παγκόσμια αναγνώριση (1992-2002)

Από τη μέρα που έφυγε από την Atletico και εντάχθηκε στον οργανισμό της Real Madrid, ο Raúl ανέβηκε ένα-ένα όλα τα σκαλοπάτια της επιτυχίας μέχρι την παγκόσμια καταξίωση. Αγωνίστηκε για μία διετία στα εφηβικά και νεανικά τμήματα της Real Madrid και το 1994 υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο και εντάχθηκε στην τρίτη ομάδα της Real Madrid. Οι πρώτοι δύο μήνες σε επαγγελματικό επίπεδο φανέρωσαν τις ικανότητες του σπουδαίου Μαδριλένου επιθετικού και σύντομα μετά από 7 συμμετοχές και 16(!) γκολ με την 3η ομάδα και μόλις 1 συμμετοχή με την 2η, ο Jorge Valdano αποφάσισε τον άμεσο προβιβασμό του στην πρώτη ομάδα της Real. Ο Raúl δεν άργησε να συστηθεί στο κοινό του Santiago Bernabeu και στο πρώτο του κιόλας ντέρμπι της πόλης, ο Ισπανός χρίστηκε σκόρερ και έγινε άμεσα ένας από τους πιο αγαπητούς παίκτες της εξέδρας. Εκείνη τη σεζόν ο Raúl θα έχει απολογισμό 9 γκολ σε 28 εμφανίσεις, ενώ στο τέλος θα στεφθεί και πρωταθλητής Ισπανίας. Παράλληλα, ήδη είχαν αρχίσει οι συζητήσεις για διαδοχή του σπουδαίου Emilio Butragueno από τον νεαρό τότε επιθετικό. Στις σεζόν που ακολούθησαν ο Raúl πράγματι διαδέχθηκε τον Butragueno, ωστόσο η Real Madrid φρόντιζε πάντοτε να αποκτά σπουδαίους επιθετικούς για να στελεχώσει τη γραμμή κρούσης της. Ένας εξ' αυτών είναι και ο άνθρωπος στον οποίο ο Raúl "οφείλει" το πρώτο του Champions League το 1997, ο Predrag Mijatovic. Ασφαλώς, κανείς εξ' αυτών δεν κατόρθωσε να παραγκωνίσει τον Raúl, επίτευγμα σπουδαίο αν αναλογιστεί κανείς τα ονόματα που αγωνίστηκαν μαζί του στην επίθεση της Real Madrid. Ονόματα, όπως o Morientes, o Ronaldo, o Owen και ο Van Nistelrooy. Στα χρόνια που ακολούθησαν όλοι αυτοί και πολλοί περισσότεροι αποτέλεσαν συμπαίκτες του Raúl, όμως πλέον αυτοί ήταν που "όφειλαν" τα τρόπαια που κέρδιζαν στη φανέλα με το No 7. Και τα τρόπαια αυτά ουκ ολίγα, αφού ακολούθησαν πληθώρα τίτλων τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων, με αποκορύφωμα τα δύο ακόμα Champions League, το 2000 και το 2002, στους τελικούς των οποίων ο Raúl δεν παρέλειψε να σκοράρει.
(Ο Raúl α. σκοράρει στον τελικό του Champions League τη σεζόν 1999/2000 και σφραγίζει τη νίκη της Real επί της Valencia και β. πανηγυρίζει το γκολ που άνοιξε το σκορ στον τελικό του Champions League το 2002 σε βάρος της Bayer Leverkusen.)


Η εποχή των Galacticos και η αποχώρηση από τη Real (2002-2010)

Τη "χρυσή" δεκαετία με την πληθώρα τίτλων και διακρίσεων τόσο σε ομαδικό όσο και σε ατομικό επίπεδο ακολούθησε μία ιδιαίτερα περίεργη περίοδος για την Real Madrid. Με την επιτυχία των 1ων Galacticos να είναι ακόμα νωπή, ο Florentino Perez, στην πρώτη του θητεία στον προεδρικό θώκο των Blancos, συνέχισε να επενδύει τεράστια ποσά και σύντομα κατόρθωσε να δημιουργήσει μία ομάδα στης όποιας το άκουσμα και μόνο των ονομάτων της 11αδας έτρεμε κάθε αντίπαλος. Στους ήδη υπάρχοντες Casillas, Roberto Carlos, Guti, Hierro, Zidane, Makelele, Figo και Raúl συνέχισαν να προστίθενται παίκτες όπως ο Beckam και o Ronaldο. Ωστόσο, ο Perez άρχισε να προβαίνει σε κινήσεις έπαρσης, μία εκ των οποίων ήταν και η απόλυση του απόλυτα επιτυχημένου Vicente Del Bosque. Μέσα από τις επιλογές του στη θέση του προπονητή (π.χ. Luxemburgo), αλλά και την ταυτόχρονη ισχυροποίηση της μεγάλης αντιπάλου Barcelona, ο Perez σύντομα άρχισε να αποτελεί περισσότερο πρόβλημα παρά πανάκεια για την Real Madrid και τελικά εξωθήθηκε σε παραίτηση το 2006. Παρόλα αυτά, ακόμα και όταν όλοι οι μεγάλοι αστέρες της Real Madrid δεν απέδιδαν τα μέγιστα ή διένυαν περίοδο ντεφορμαρίσματος ο Raúl ήταν πάντα εκεί, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στο στέμμα της Βασίλισσας. Τα τρόπαια βέβαια είχαν αρχίσει να λιγοστεύουν πλέον, μιας και οι Μαδριλένοι είχαν μείνει σημαντικά πίσω από την άσπονδη εχθρό τους, Barcelona, η οποία μετά την ανωτερότητα της ομάδας του Ronaldinho, απολάμβανε τους καρπούς του οράματος του Cruyff και την υπεροχή της Pep team. Ο Raúl, ασφαλώς και δεν εγκατέλειψε την Real Madrid και αποτέλεσε μέλος και των δεύτερων Galacticos που δημιούργησε ο εκ νέου αφιχθείς Perez. Η δημιουργία, όμως, των Galacticos No. 2 ήταν ουσιαστικά και το τέλος του μεγάλου Raúl στη Real Madrid.
(Βασικό στέλεχος των πρώτων Galacticos ο Raúl, μαζί με τους Beckam, Ronaldo, Figo και Zidane.)



Schalke, Al Sadd και New York Cosmos (2010-2015)

Το καλοκαίρι του 2010, ο Raúl, έχοντας χάσει τον τελευταίο μήνα της προηγούμενης σεζόν λόγω τραυματισμού και δίχως να είναι στα προπονητικά πλάνα του νεοαφιχθέντα Jose Mourinho, ο οποίος είχε στόχο να μην διατηρήσει κανένα παίκτη από την λεγόμενη "παλαιά φρουρά" της Βασίλισσας, αποχωρεί από τον σύλλογο μετά από 18 χρόνια σε αυτόν. Νέο ποδοσφαιρικό του σπίτι έμελλε να είναι μία άλλη "ομάδα-Βασίλισσα", η Schalke, της οποίας τη φανέλα τίμησε και με το παραπάνω. Στη διετή του παρουσία στο Ρουρ, κατόρθωσε να οδηγήσει τους "Βασιλικούς Μπλε" στην κατάκτηση τόσο του κυπέλλου Γερμανίας, όσο και του Σούπερ Καπ Γερμανίας. Η μεγάλη του συνεισφορά, όμως, ήταν στο τομέα του ευρωπαϊκού πρεστίζ και στο σεβασμό που ενέπνεε πλέον η Schalke στους αντιπάλους της, έχοντας στο ρόστερ της έναν παίκτη αυτού του επιπέδου. Άλλωστε, κατά τη διετία του Raúl στο Gelsenkirchen, ο σύλλογος πέτυχε σπουδαίες νίκες (αποκορύφωμα το 2-5 στο Μιλάνο σε βάρος της Inter) και είχε αξιοπρόσεκτη πορεία στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις (ημιτελικά Champions League το 2010/11 και προημιτελικά Europa League το 2011/12), με τον Ισπανό σε ρόλο πρωταγωνιστή. Ο Raúl, όμως, αποφασίζει να αποχωρήσει από την ομάδα και να φύγει εκτός Ευρώπης, με την Schalke να σκέφτεται την απόσυρση του No. 7, παρά το γεγονός ότι ο παίκτης είχε αγωνιστεί με τα χρώματα της ομάδας μόλις 66 φορές! Τέτοια ήταν η επιρροή του Raúl στις ομάδες που αγωνιζόταν. Επιρροή που είχε πάντοτε τις ρίζες της στην καθαρά αγωνιστική παρουσία του Μαδριλένου επιθετικού. Επιρροή που συνέχισε να υφίσταται και στην Al Sadd, την οποία και οδήγησε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος στην πρώτη του κιόλας χρονιά στην ομάδα. Με τη λήξη του συμβολαίου στην ομάδα του Κατάρ, ο Raúl είχε πάρει την απόφαση να "κρεμάσει" τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Παρόλα αυτά, επέστρεψε για μία τελευταία παράσταση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και την New York Cosmos, την οποία θα προσπαθήσει να στέψει και αυτή πρωταθλήτρια!
(O Raúl πανηγυρίζει με τη φανέλα της Schalke το γκολ του σε βάρος της Inter στη ρεβάνς του 2-5.)


Κεφάλαιο Εθνική Ισπανίας

Ένας επιθετικός του ποδοσφαιρικού μεγέθους του Raúl δεν γινόταν να μην έχει και πρωταγωνιστικό ρόλο στην Εθνική ομάδα της χώρας του. Παίζοντας σε μία Εθνική με μεγάλη παράδοση στην παραγωγή επιθετικών, ο Raúl κατάφερνε και εκεί να είναι αυτός που πάντα ξεχώριζε. Μέλος του οργανισμού της Furia Roja από μικρή ηλικία, αγωνίστηκε σε όλες τις μικρές κατηγορίες (U18, U20, U21) και φόρεσε τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος σε αντρικό επίπεδο 103 φορές σκοράροντας 44 γκολ. Η Εθνική ομάδα, όμως, είναι δικαίως το μεγάλο παράπονο του Raúl. Έχοντας σηκώσει τα πάντα σε συλλογικό επίπεδο, αυτό που λείπει από την τροπαιοθήκη του είναι ένας τίτλος με την ομάδα της χώρας. Ωστόσο, ποτέ δεν έφτασε κοντά στην κατάκτηση αυτού, αφού έπαιξε μόλις έναν τελικό ευρωπαϊκού πρωταθλήματος κάτω των 21, τον οποίο και έχασε. Δυστυχώς για τον ίδιο και την Εθνική του ομάδα, ο Raúl αποτέλεσε μέλος μιας φουρνιάς που δεν κατέκτησε τίποτα απολύτως και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως looser. Αυτό που λυπεί ακόμα περισσότερο είναι το γεγονός ότι με το που σταμάτησε ο Raúl να αγωνίζεται με την Furia Roja, εκείνη άρχιζε να κερδίζει τα πάντα τόσο σε αντρικό, όσο και σε εφηβικό-νεανικό επίπεδο!
(O Raúl πανηγυρίζει αυτό που έμελλε να είναι το τελευταίο του γκολ με τη φανέλα της Εθνικής Ισπανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006, στη Γερμανία.)


Raúl εντός γηπέδων

Ένας επιθετικός διαφορετικός από τους άλλους ήταν ο Raúl. Με εκπληκτική ικανότητα στο να τελειώνει τις φάσεις, πληθώρα τρόπων για να σκοράρει τόσο εντός, όσο και εκτός περιοχής και αδύνατο να τον μαρκάρεις μέσα στο "κουτί", όπως το αποκαλούν οι Άγγλοι, ο Raúl είχε όλα τα στοιχεία για να θεωρηθεί 9αρι. Καλός στο ψηλό παιχνίδι, εξαιρετική χρήση του σώματός του για να μπορεί να ξεφεύγει από τα μαρκαρίσματα είτε με τη μπάλα στα πόδια, είτε χωρίς αυτήν, φανταστικά τελειώματα και με τα δύο πόδια, καταπληκτική αίσθηση του χώρου και υψηλό ποδοσφαιρικό IQ συνέθεσαν έναν δύσκολα διαχειρίσιμο από τους αντίπαλους αμυντικούς παίκτη, ο οποίος, όμως προτιμούσε να αγωνίζεται σαν δεύτερος επιθετικός πίσω από τον εκάστοτε σέντερ-φορ της ομάδας (Morientes, Ronaldo, Van Nistelrooy, Huntelaar). Όντας ελαφρύς (73 kg), με ύψος 1.80, πολύ υψηλό fitness και ταχυδύναμη που θα ζήλευαν ακόμα και σύγχρονοι ποδοσφαιριστές ήξερε πως να σκοράρει ο ίδιος, αλλά και πως να κάνει ευτυχισμένους και τους συμπαίκτες του. Παράλληλα, παίζοντας ανάμεσα στο 9αρι και το 10αρι ή έχοντας ο ίδιος πολλές φορές το ρόλο του "ψευτοδεκαριού", είχε τη δυνατότητα να κινείται ανάμεσα στις δύο ζώνες άμυνας των ομάδων (μεταξύ 6αριου και στόπερ) και να εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι πολλές φορές έμεινε στιγμιαία αμαρκάριστος, χρόνος που φυσικά έφτανε και περίσσευε για την ποδοσφαιρική του ποιότητα. Τα μεγαλύτερα παράσημά του, όμως, είναι ότι καθ' όλη τη διάρκεια της καριέρας του ο Raúl: α) δεν αντιμετώπισε ποτέ σοβαρό τραυματισμό. Αγωνίστηκε για 20 χρόνια στο κορυφαίο επίπεδο, αλλά ποτέ δεν έλειψε πάνω από ένα μήνα, έχοντας χάσει συνολικά μόνο 9 παιχνίδια! Μάλιστα μέχρι το 2010 δεν είχε απουσιάσει ποτέ του από τις υποχρεώσεις της ομάδας του λόγω τραυματισμού, πιστοποιώντας το υψηλό επίπεδο της αθλητικότητάς του. β) Ο Raúl πότε στη καριέρα του δεν αποβλήθηκε. Έχοντας αγωνιστεί σε πάνω από 750 αγώνες ο Ισπανός στράικερ δεν αντίκρισε σε καμία περίπτωση την κόκκινη κάρτα, δίνοντας έτσι το παράδειγμα ως πραγματικός ηγέτης ενός συνόλου.
(Ικανός να σκοράρει με κάθε πιθανό τρόπο ο Raúl, αν και  αριστεροπόδαρος, δεν δίσταζε πολλές φορές να τελειώνει τις φάσεις με το δεξί.)


Raúl εκτός γηπέδων

Όντας μέλος της πιο κοσμοπολίτικης και μίας εκ των εμπορικότερων ομάδων του κόσμου, ο Raúl θα περίμενε κανείς να ακολουθήσει ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής. Κι όμως! Ο Raúl μακριά από το γήπεδο δεν θυμίζει σε τίποτα μέλος των Galacticos. Μακριά από εμπορικές συμφωνίες και διαφημίσεις (εξαίρεση η προβολή αθλητικού υλικού της Adidas και μία διαφήμιση για γνωστή εταιρία αναψυκτικών ελέω του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νοτίου Κορέας), δεν αρέσκεται στο να τραβά τα φώτα της δημοσιότητας, παρά το γεγονός ότι είναι παντρεμένος από το 1999 με την Ισπανίδα pop star και top model, Mamen Sanz. Ο ίδιος προτιμά να ζει μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, σεβόμενος την προσωπική ζωή του και των οικείων του και όντας πιστός στη σύζυγό του, σε βαθμό που να μετατρέψει αυτή του την πίστη σε πανηγυρισμό-σήμα κατατεθέν του. Παράλληλα, απολαμβάνει να περνάει χρόνο με τους 4 γιους του και την κόρη του (σ.σ. οι γιοι του έχουν ονόματα ποδοσφαιριστών που θαυμάζει ο πατέρας του), είναι λάτρης της φύσης και του κυνηγιού, αγαπά τα κατοικίδια και ιδιαίτερα τους σκύλους του, ενώ σαν γνήσιος Ισπανός αρέσκεται στο να παρακολουθεί το αμφιλεγόμενο άθλημα των ταυρομαχιών. Αγαπημένος του...συνάδελφος είναι ο Diego Maradona. Τέλος, από το 2004 είναι πρέσβης καλής θέλησης των Ηνωμένων Εθνών.
(Αναμφίβολα ο διασημότερος πανηγυρισμός της περασμένης 15ετίας: ο Raúl φιλάει τη βέρα του.)


Επιμύθιο

Συμπερασματικά ο Raúl άφησε το στίγμα του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Δεινός σκόρερ, με υψηλό ποδοσφαιρικό δείκτη ευφυίας και με τρομερή συνέπεια, κατάφερε να μείνει στην πρώτη γραμμή δράσης για σχεδόν μία 20ετία. Τίμησε κάθε έμβλημα το οποίο φόρεσε στο στήθος του, κέρδισε αναρίθμητες ομαδικές και ατομικές διακρίσεις, μα πάνω από όλα κέρδισε το σεβασμό φίλων και αντιπάλων. Πρότυπο αθλητή εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου, ευχή όλων να αποτελέσει παράδειγμα στα παιδιά που θέλουν να ακολουθήσουν επαγγελματική καριέρα ποδοσφαιριστή στο μέλλον.

Bonus

Ακολουθούν μερικά από τα σημαντικότερα γκολ του Raúl. Το πρώτο του γκολ κόντρα στην Atletico, το γκολ του κόντρα στη Barcelona στα ημιτελικά του Champions League, το τελευταίο του γκολ με τη Furia Roja, καθώς και ένα top-10 με τα καλύτερα γκολ του.









Πήγες: Marca.com, Goal.com, bleacher report.com, transfermarkt.es, wikipedia.org, youtube.com

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

Liverpool-Rodgers: ένα αναπόφευκτο διαζύγιο

Liverpool-Rodgers: ένα αναπόφευκτο διαζύγιο


Η ισοπαλία της Liverpool με την Everton στο ντέρμπι του Merseyside αποτέλεσε το κύκνειο άσμα του Brendan Rodgers στον πάγκο των Κόκκινων, με την διοίκηση τής ομάδας να σπεύδει άμεσα να καλύψει το κενό της θέσης του προπονητή με την υπογραφή του Jürgen Klopp. Η ενστικτώδης αντίδραση των φίλων του συλλόγου ήταν μία ανακούφιση, σαν να έφυγε ένα βάρος από τις πλάτες της ομάδας. Σε συνδυασμό, δε, με την πρόσληψη του Γερμανού τεχνικού, η ανακούφιση μετατράπηκε σε αισιοδοξία για το μέλλον. Ήταν, όμως, τόσο κακή η παρουσία του Rodgers στην Liverpool;

O Rodgers προσελήφθη από την Liverpool την 1η Ιουνίου του 2012 και έκατσε στον πάγκο τής ομάδας για 1220 μέρες, μέχρι την Κυριακή της 4ης Οκτωβρίου. Σε αυτές τις 1220 μέρες ο ΒορειοΙρλανδός coach πρόλαβε να κάνει πολλά, κάποια εκ των οποίων είναι άξια αναφοράς. Άλλωστε, αν δεν είχε να επιδείξει κανένα επίτευγμα σε 3 και κάτι χρόνια δουλειάς, τότε θα είχε απολυθεί πολύ νωρίτερα. Τι το σπουδαίο έκανε ο coach Rodgers, λοιπόν; Για αρχή, παρέλαβε μία ομάδα η οποία είχε τερματίσει την προηγούμενη σεζόν στην 8η θέση της Premier League και είχε πάρει το τελευταίο εισιτήριο για το Europa League. Πρώτος στόχος ήταν μία βελτιωμένη θέση για την ομάδα, πράγμα το οποίο εν μέρει επετεύχθη, μιας και το 2012/13 η Liverpool τερμάτισε μεν 7η, μένοντας, όμως εκτός κυπέλλων Ευρώπης. Την επόμενη σεζόν ο πήχης ανέβηκε ψηλότερα και οι Κόκκινοι άρχισαν να κρυφοκοιτάζουν την είσοδο στην 4αδα. Αυτό που ακολούθησε, όμως, ήταν κάτι που δύσκολα θα φανταζόταν ο μέσος φίλος τής Liverpool.

Με την κάτοχο του τίτλου Manchester United εκτός διεκδίκησης του πρωταθλήματος από νωρίς και τις Arsenal, Chelsea, Liverpool και Manchester City να ερίζουν για να καθίσουν αυτές στο θρόνο, το πρωτάθλημα ήταν εκ των συγκλονιστικότερων των τελευταίων ετών. Η Liverpool έκανε ένα απίστευτο σερί 11 νικών, στις οποίες συγκαταλέγονταν και μία νίκη-τίτλου με 3-2 κόντρα στην Manchester City. Τελικά, η Chelsea γκρέμισε αυτό το σερί με νίκη 0-2 μέσα στο Anfield για να έρθει η καταδικαστική ισοπαλία (3-3) με την Crystal Palace, σε ένα αλησμόνητο ματς, όπου οι Κόκκινοι προηγήθηκαν με 0-3, προσπάθησαν να πετύχουν και άλλα γκολ για να έχουν καλύτερη διαφορά τερμάτων από τους Πολίτες, αλλά τελικά έχασαν τη νίκη μέσα από τα χέρια τους και μαζί και τον τίτλο, με τον Suarez να ξεσπά σε κλάματα μετά το τέλος του αγώνα. Εκείνο, το δεύτερο μισό του πρωταθλήματος ήταν και το αποκορύφωμα της Liverpool του Rodgers. Έκτοτε, η Liverpool εμφανιζόταν όλο και χειρότερη, τερματίζοντας 6η πέρσι και όντας 10η την ημέρα που ο Rodgers αποτέλεσε παρελθόν από τον πάγκο της.

Μιλώντας με αριθμούς, η παρουσία του Rodgers σε καμία περίπτωση δεν ήταν αρνητική. Με ποσοστό νικών στο 51.2% αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους προπονητές στην ιστορία του συλλόγου, πίσω ασφαλώς από τους Shankly, Paisley, Dalglish και Benitez, αλλά μπροστά από τους Hodgson, Souness και Kay. Παράλληλα, η Liverpool 2013/14 πέτυχε 101 γκολ, νούμερο που είναι μικρότερο μόνο από τα 102 της Man. City 2013/14 και τα 103 της Chelsea 2009/10. Ασφαλώς, πολλά χρωστάει στους Suarez και Sturridge, οι οποίοι σχημάτισαν ένα από τα καλύτερα επιθετικά δίδυμα που έχουμε δει στα 23 χρόνια της Premier League. Επιπλέον, στον Rodgers πιστώνεται και η εκπληκτική σεζόν του Gerrard την ίδια χρονιά, με τη μετακίνηση του τότε captain από 8αρι σε 6αρι να είναι κομβική. Επιπρόσθετα, ο Rodgers σε ατομικό επίπεδο αναδείχθηκε προπονητής της χρονιάς το 2013/14, όντας ο μόνος προπονητής της Liverpool που το έχει καταφέρει αυτό από την μέρα που δημιουργήθηκε η Premier League.

Γιατί, λοιπόν, ήταν επιτακτική η απομάκρυνση του ΒορειοΙρλανδού; Οι λόγοι πολλοί. Καταρχάς, αν παρατηρήσατε, στην καταγραφή των επιτευγμάτων δεν συμπεριλήφθηκε κανένα ευρωπαϊκό παιχνίδι. Ο λόγος απλός. Η Liverpool με τον Rodgers στον πάγκο της έδωσε 22 παιχνίδια με απολογισμό 9 νίκες, 6 ισοπαλίες και 7 ήττες. Απολογισμός όχι κακός, μα αν αναλύσει κανείς τα παιχνίδια θα δει ότι από τις 9 νίκες οι μισές σχεδόν (4) είναι απέναντι σε ομάδες όπως η Gomel, η Hearts και η Ludogorets. Από εκεί και πέρα, η Liverpool έχει να υπερηφανεύεται για τις εντός έδρας επιτυχίες της σε βάρος των Anji, Besiktas και Zenit και τα εκτός έδρας τρίποντα απέναντι σε Young Boys και Udinese. Βέβαια, οι νίκες με Besiktas και Zenit ήταν κατ' ουσίαν δώρον άδωρον, καθώς οι Κόκκινοι αποκλείστηκαν τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη περίπτωση. Συνοπτικά, η Liverpool του Rodgers αποκλείστηκε στη φάση των "32" του Europa League τη σεζόν 2012/13, δεν έπαιξε στην Ευρώπη τη σεζόν 2013/14, το 2014/15 έμεινε 3η στον όμιλο του Champions League και εν συνεχεία αποκλείστηκε ξανά στη φάση των "32" του Europa League και φέτος μετρούσε δύο ισοπαλίες με Bordeaux (εκτός) και Sion (εντός).

Αλλά και εντός συνόρων τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Ναι, την δεύτερη χρονιά του, το μεγάλο λιμάνι της Αγγλίας έφτασε μια ανάσα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Ναι, κατά καιρούς η Liverpool έπαιξε ελκυστικό ποδόσφαιρο και πέτυχε κάποιες μεγάλες νίκες (π.χ. Liverpool-Arsenal 5-1). Ωστόσο σε 122 ματς πρωταθλήματος ο Rodgers δεν έπεισε ότι έβαλε τη σφραγίδα του στο στυλ παιχνιδιού της Liverpool. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι το 2013/14 αυτή η εικόνα που έβγαζε η Liverpool στον αγωνιστικό χώρο ήταν απόρροια της δαιμονιώδης φόρμας που βρισκόταν ο Suarez και το ρυθμό στον οποίο ακολουθούσε ο Sturridge, του γεγονότος ότι οι Κόκκινοι δεν είχαν εκτός συνόρων υποχρεώσεις, αλλά και σαφώς κάποιων εμπνεύσεων του Rodgers (π.χ. η περίπτωση Gerrard που αναφέρθηκε άνωθεν). Από εκεί και πέρα δεν άφησε κάποιο άρτιο επιθετικό πλάνο, κάποια έφεση στο σκοράρισμα σε δεδομένες στιγμές του παιχνιδιού (π.χ. transition, στημένες μπάλες, δημιουργία ευκαιριών μέσω της κατοχής κ.ο.κ.), κάποια αμυντική λειτουργία υψηλού επιπέδου, κάποιο τρόπαιο για τον οποίο μπορεί να καυχιέται ο σύλλογος (μοναδικός στην ιστορία της ομάδας που την προπόνησε για πάνω από 3 χρόνια και δεν πήρε κανέναν τίτλο) ή έστω κάποιους παίκτες πάνω στους οποίους μπορεί να δουλέψει η Liverpool για το μέλλον της.

Στην τελευταία φράση βρίσκεται και η ουσία για την επόμενη μέρα. Ο Rodgers αποτελεί παρελθόν και ο Klopp το παρόν και το μέλλον. Η Liverpool με αυτόν θα βελτιωθεί άμεσα. Έτσι και αλλιώς, είθισται οι ομάδες να «βγάζουν» κάποια αντίδραση μετά από μία αλλαγή προπονητή. Το θέμα είναι ποιοι θα είναι οι στόχοι της ομάδας για το εγγύς και το μακροπρόθεσμο μέλλον. Ο Rodgers έφταιγε μέχρι ένα σημείο, αλλά με τα υλικά που είχε, υπήρχε ταβάνι στο τι μπορούσε να φτιάξει. Το ίδιο θα ισχύει και για τον Klopp. Όσο καλός προπονητής και να είναι, αν η Liverpool συνεχίζει να πουλάει τους καλύτερους παίκτες τού ρόστερ της και έπειτα να ξοδεύει τα λεφτά αυτά σε Άγγλους ποδοσφαιριστές πληρώνοντας και την υπεραξία αυτών, τότε είτε 80 εκατομμύρια παίρνει για κάθε Suarez, είτε 65 εκατομμύρια για κάθε Sterling δεν θα έχει καμία σημασία. Μία αξιόλογη βάση παικτών υπάρχει (Mignolet, Sakho, Moreno, Coutinho, Sturridge, Ings, Clyne, Benteke, Origi, Henderson), μα είναι αναγκαία η απόκτηση παικτών που θα αποτελέσουν όχι συμπλήρωμα του υπάρχοντος ρόστερ, αλλά κορμό αυτού.

Καταληκτικά, η ώρα για να χωρίσουν οι δρόμοι Liverpool-Rodgers είχε έρθει εδώ και καιρό. Όταν σε μία ομάδα επικρατεί μία τόσο προβληματική κατάσταση για 9 ολόκληρους μήνες δεν είναι δυνατόν να μην φέρει ο προπονητής μεγάλο μέρος της ευθύνης. Από εδώ και πέρα, όμως, με την απόκτηση ενός κορυφαίου προπονητή, αυτού του είδους οι δικαιολογίες τελείωσαν για την Liverpool, αρκεί ασφαλώς να αρχίσει να συμπεριφέρεται σε όλα τα επίπεδα σαν σύλλογος με 5 κύπελλα πρωταθλητριών και 18 πρωταθλήματα Αγγλίας.

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

Messidependencia: μπορεί να αντεπεξέλθει η Barcelona;

Messidependencia: μπορεί να αντεπεξέλθει η Barcelona;


Όλη η ποδοσφαιρική υφήλιος έχει στραφεί το τελευταίο δεκαήμερο στον τραυματισμό του σουπερ-σταρ της Barcelona, Lionel Messi. Με τα αποτελέσματα της Barca να μην είναι και τα πλέον ενθαρρυντικά, το ερώτημα που επανήλθε στην επιφάνεια είναι ένα: μπορούν να αποδώσουν τα πρέποντα οι Blaugraba εν απουσία του Αργεντινού; Στην επόμενες γραμμές το Footballiacs.gr θα προσπαθήσει να λύσει την άνωθεν απορία, με όσο το δυνατόν ορθότερη προσέγγιση.

Υπάρχουν δύο τρόποι επεξεργασίας της παραπάνω ερώτησης. Πριν προχωρήσουμε, όμως, στην απάντηση του ερωτήματος «Messidependencia: υφίσταται ή όχι;», ας αναλύσουμε λίγο τις δύο μέχρις στιγμής εμφανίσεις των Καταλανών δίχως την παρουσία του καλύτερού τους παίκτη. Σε δύο αγώνες, λοιπόν, μετρούν μία εντός έδρας νίκη σε βάρος της Bayer Leverkusen στα πλαίσια των ομίλων του Champions League και μία εκτός έδρας ήττα από την Sevilla στο πλαίσιο της 7ης αγωνιστικής της La Liga. Η ειρωνεία; Και τα δύο ματς είχαν το ίδιο τελικό σκορ: 2-1. Όσον αφορά την στατιστική (ενδιαφέρει κυρίως το επιθετικό κομμάτι αυτής); Στο παιχνίδι με τους Γερμανούς η Barcelona είχε: 2 γκολ υπέρ (1 κατά), 65% κατοχή (35% ο αντίπαλος), 19 σουτ (9 η Bayer), 8 σουτ στο στόχο (3 η Bayer), 1 δοκάρι (0 η Bayer), 585 ολοκληρωμένες πάσες (181 η Bayer) και ευστοχία στις πάσες 84.5% (68.1% η Bayer). Κατ' αντιστοιχία με την Sevilla η στατιστική έγραψε (σε παρένθεση οι αριθμοί των Ανδαλουσιάνων): 1 γκολ υπέρ (2 κατά), 63% κατοχή (37%), 28 σουτ (12), 9 σουτ στο στόχο (5), 4 δοκάρια (0), 427 ολοκληρωμένες πάσες (210) και ευστοχία στις πάσες 86% (72%). Τα παραπάνω σε μέσο όρο δίνουν: 1.5 γκολ υπέρ (1.5 γκολ κατά), 64% κατοχή (36% ο αντίπαλος), 23.5 σουτ (10.5 ο αντίπαλος), 8.5 στο στόχο (4 ο αντίπαλος), 2.5 δοκάρια (0 ο αντίπαλος), 506 εύστοχες πάσες (195.5 ο αντίπαλος) και 85.3% ευστοχία στις πάσες (70.1% ο αντίπαλος).

Ο πρώτος, λοιπόν, τρόπος προσέγγισης είναι η ανάλυση των πεπραγμένων της Barca στα ματς προ τραυματισμού Messi. Πριν τεθεί νοκ-άουτ ο Αργεντινός με ρήξη έσω πλαγίου συνδέσμου, η Barcelona είχε κατά μέσο όρο (ξανά σε παρένθεση τα στατιστικά των αντιπάλων της): 1.8 γκολ ανά αγώνα (1.8), 68.6% κατοχή (31.4%), 16.8 σουτ (11.2), 5.7 σουτ στο στόχο (3.6), 0.9 δοκάρια (0.1), 601 πάσες (226) και 87 ευστοχία στις πάσες (71%). Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι εντυπωσιακό. Η φετινή Barcelona είτε έχει τον Messi στην σύνθεσή της είτε όχι, πετυχαίνει όσα ακριβώς γκολ δέχεται ενώ σημαντικό είναι να παρατηρήσουμε ότι οι Καταλανοί έχουν σχεδόν ένα δοκάρι ανά αγώνα! Οι αξιοσημείωτες διαφορές εμφανίζονται στην κατοχή (με τον Messi η Barca είχε κατοχή υψηλότερη κατά 4-5%) και στις πάσες (δίχως τον Leo η Barca έχει σχεδόν 100 λιγότερες πάσες ανά αγώνα). Παράλληλα, χωρίς τον καλύτερό της παίκτη η Barcelona σουτάρει περισσότερο, πράγμα που μπορεί να φαντάζει παράλογο, μα είναι απολύτως λογικό, αφού τώρα οι παίχτες της δεν διστάζουν να τελειώσουν μόνοι τους τις φάσεις, ακόμα και αν υπάρχουν προϋποθέσεις για καλύτερη επιθετική ανάπτυξη· πράγμα που με τον Messi δεν συνέβαινε μιας και α) με αυτόν στην 11αδα αναζητείται μονίμως η βέλτιστη επιλογή και β) ο Messi (απολύτως λογικά) έχει έναν δεδομένο αριθμό προσπαθειών που πρέπει να πάρει σε κάθε αγώνα. Αυτό σημαίνει ότι οι τελικές του Messi δεν έχουν μοιραστεί σωστά, αφού π.χ. δεν είναι δυνατόν οι 5-6 τελικές του Messi να μοιράζονται σε +3 τελικές του Suarez, +3 τελικές του Neymar και +3 τελικές του 3ου επιθετικού, καθώς οι αριθμοί δεν βγαίνουν. Με βάση, λοιπόν, την 1η προσέγγιση, η απουσία του Messi δεν μπορεί να πει κανείς ότι έχει βλάψει τους Blaugrana, αφού τα προβλήματά τους την φετινή σεζόν δείχνουν να είναι πολύ περισσότερα και σημαντικότερα.

Η δεύτερη προσέγγιση έχει να κάνει με την μελέτη του τρόπου του παιχνιδιού τής Barca. Το να μελετήσει κάποιος τη στατιστική και να αποφανθεί «η απουσία του Messi δεν κοστίζει στην Barcelona» θα ήταν ναι μεν σωστό μαθηματικά, μα στην πραγματικότητα λανθασμένο. Υπάρχουν πράγματα που η στατιστική αδυνατεί να αναδείξει. Για παράδειγμα, η στατιστική δεν μπορεί να ποσοτικοποιήσει το αίσθημα ασφάλειας που αισθάνονται οι παίκτες των πρωταθλητών Ευρώπης, όταν ο Messi βρίσκεται στον αγωνιστικό χώρο. Δεν μπορεί να βάλει κάποιο νούμερο για την σιγουριά, την πεποίθηση πως ό,τι και αν συμβεί, ο Messi θα βρει τρόπο να λύσει το γόρδιο δεσμό της αντίπαλης άμυνας. Δεν μπορεί να μετρήσει το άγχος μιας ομάδας που μένει πίσω στο σκορ και τη δυνατότητά της να το ανατρέψει (για την ακρίβεια αυτό το τελευταίο μπορεί να μετρηθεί, αλλά οι φετινές μετρήσεις δείχνουν μία σχετική ισορροπία σε αυτόν τον τομέα). Χαρακτηριστικό είναι το παιχνίδι με την Atletico. Η Barcelona δίχως τον Messi εντός, βρέθηκε πίσω στο σκορ και αδυνατούσε να γυρίσει το ματς, παρά το υπέροχο γκολ του Neymar. Με τον Messi εντός (έναν Messi άυπνο και με 17,000 χλμ. ταξίδι στις πλάτες του) πήρε τη νίκη με ανατροπή, με τον ίδιο να σκοράρει το νικητήριο τέρμα. Πέρσι, τέτοια εποχή ο (τότε υπαρχηγός και σήμερα αρχηγός της Barca) Iniesta σε σχετική ερώτηση που του είχε γίνει, είχε απαντήσει: «φυσικά και εξαρτόμαστε από τον Messi, είναι ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο. Θα πρέπει, όμως, να μάθουμε να παίζουμε και δίχως αυτόν». Προσοχή! Ο Iniesta έκανε αυτή την τοποθέτηση πέρσι, μια χρονιά που ο Messi δεν έχασε ούτε έναν αγώνα λόγω τραυματισμού. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσει του coach Enrique, μετά το φετινό ματς με την Las Palmas: «Ο Messi είναι αναντικατάστατος, αλλά θα πρέπει να αντεπεξέλθουμε χωρίς αυτόν και ίσως χρειαστεί να αλλάξουμε το στυλ παιχνιδιού μας για να το πετύχουμε αυτό».

Στις δύο αυτές δηλώσεις, του αρχηγού τής ομάδας και του προπονητή της, βρίσκεται ουσιαστικά όλη η αλήθεια. Ναι, η Barcelona εξαρτάται από τον Messi. Είναι απολύτως φυσιολογικό όταν έχεις στο ρόστερ σου τον καλύτερο παίκτη του κόσμου να εξαρτάσαι από αυτόν, όσο καλή ομάδα και αν είσαι. Το ζητούμενο είναι σε ποιο βαθμό εξαρτάται από τον Messi η Barca. Εξαρτάται στον βαθμό που ίσχυε πριν 3 χρόνια, όταν ο Leo αναγκάστηκε να παίξει με κίνδυνο υποτροπής τού τραυματισμού του κόντρα στην Paris Saint Germain ή εξαρτάται στον περσινό βαθμό, όταν π.χ. ναι μεν ο Messi έκρινε τον 1ο ημιτελικό με την Bayern (και κατ' επέκταση την πρόκριση), αλλά παράλληλα οι Suarez, Neymar είχαν τέτοια απόδοση στο τελευταίο 1/3 της χρονιάς, που σου έδιναν την αίσθηση ότι ίσως τα κατάφερναν και μόνοι τους να οδηγήσουν την Barcelona στο treble. Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για το δεύτερο είδος εξάρτησης. Δηλαδή, οι Blaugrana μπορούν όντως να ζήσουν για δύο μήνες δίχως τον υπαρχηγό τους, αρκεί οι υπόλοιποι να πιάσουν maximum (ή κοντά στο ζενίθ τους) απόδοση. Άλλωστε, οι Καταλανοί έχουν ήδη βγάλει από το πρόγραμμα, τα ματς για τα Σούπερ Καπ Ευρώπης και Ισπανίας, τα εκτός έδρας παιχνίδια με Bilbao, Atletico, Sevilla και Celta για την LigaBBVA και τα ματς με Roma (εκτός) και Leverkusen (εντός) για το Champions League, όντας στην κορυφή του ομίλου τους στην Ευρώπη και ένα βαθμό μακριά από την 1η θέση στην Ισπανία. Επομένως, μόνο σε οδυνηρή θέση δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι βρίσκονται. Κάθε άλλο μάλιστα! Στην Ευρώπη, ο Messi θα χάσει μόνο τα διπλά ματς με την BATE, ενώ στην Ισπανία αν όντως προλάβει το clasico, τότε η απώλειά του ενδέχεται να φανεί μόνο στο εντός έδρας παιχνίδι με τη Villarreal, αφού τα υπόλοιπα ματς είναι αρκετά ευκολότερα. Ίσως, όμως, η Barcelona να πρέπει όντως να προβληματιστεί, αλλά όχι για την ολιγόμηνη απουσία τού Messi. Για πράγματα όπως: "δέχομαι 1.7 γκολ ανά αγώνα, ενώ ο αντίπαλός μου έχει 4 σουτ στο στόχο, την ώρα που πετυχαίνω και εγώ 1.7 γκολ αλλά με 6 σουτ στο στόχο έχοντας συνολικά 7 παραπάνω τελικές" αξίζει να αρχίσει να προβληματίζεται.

Συνοπτικά, η απάντηση στο αν υφίσταται Messidependencia είναι σαφέστατα καταφατική, καθώς το παραδέχονται και στην ίδια την Bracelona. Στο αν οι τρεμπλούχοι μπορούν να αντεπεξέλθουν το επόμενο δίμηνο, η απάντηση εξαρτάται ξεκάθαρα από τους ίδιους. Αν είναι η ομάδα που ήταν πριν 4, 5 και 6 μήνες, σαφέστατα μπορούν. Αν συνεχίσουν να παρουσιάζουν το φετινό τους αγωνιστικό προφίλ (ειδικά αμυντικά) είτε με τον Messi εντός είτε εκτός, τότε το πρόβλημα θα είναι πολύ μεγαλύτερο, ακόμα και όταν επιστρέψει ο Αργεντινός.